GSC Award 2025 – Παρουσίαση των ταινιών που συμμετέχουν
“Real” Κινηματογράφηση Φραντζέσκα Ζωναρά GSC
Το GSC έστειλε μια σειρά ερωτήσεων, εδώ οι απαντήσεις.
Με τι φώτα δούλεψες στην ταινία, δυο λόγια γιατί διάλεξες αυτά.
Καθώς πρόκειται για ντοκιμαντέρ, προσαρμοστήκαμε στις τοποθεσίες που βρίσκαμε, δουλεύοντας ευέλικτα και με ελαφρύ εξοπλισμό.
Ο φωτισμός ήταν αρκετά λιτός. Είχα μαζί μου μόνο δύο LED μπάρες της Rollei (με θερμοκρασίες 3200Κ και 5600Κ), παρόμοιες με τους σωλήνες Astera, που αλλάζουν χρώμα.
Τις χρησιμοποιήσαμε κυρίως σε εσωτερικούς χώρους – όπως στα διαμερίσματα στη Σεούλ και στον χώρο όπου δουλεύει η camgirl – για να έχουμε έναν ελάχιστο έλεγχο και ατμόσφαιρα, και για να αναπαράγουμε τα χρωματιστά φώτα που υπήρχαν ήδη στους χώρους.
Κατά τα άλλα, βασιστήκαμε κυρίως στο φυσικό φως ή στον φωτισμό που υπήρχε ήδη στους χώρους των γυρισμάτων. Αυτή η επιλογή ταίριαζε με την αισθητική της ταινίας, που επιδίωκε να αποδώσει μια αίσθηση αμεσότητας και ρεαλισμού, χωρίς τεχνητές παρεμβάσεις.
Κάμερα και φακοί, γιατί διάλεξες τα συγκεκριμένα.
Η ταινία Real επιδιώκει να εξερευνήσει τη διαρκώς πιο συμβιωτική μας σχέση με την τεχνολογία, και η φωτογραφική πρόκληση ήταν ακριβώς να βρεθεί ένα κινηματογραφικό βλέμμα που να αποδίδει την οπτική των ίδιων των συσκευών που μας παρατηρούν καθημερινά – όπως οι κάμερες ασφαλείας και οι webcams – αλλά και εκείνων μέσω των οποίων παρατηρούμε εμείς τον κόσμο, όπως τα κινητά τηλέφωνα.
Για τον λόγο αυτό χρησιμοποιήσαμε διαφορετικούς τύπους κάμερας, ανάλογα με τη λειτουργία που θέλαμε κάθε φορά. Μια κάμερα 360° μας επέτρεψε να αποδώσουμε το μηχανικό και αποστασιοποιημένο βλέμμα των καμερών παρακολούθησης στις πόλεις. Τα κινητά τηλέφωνα τα χρησιμοποιήσαμε για να αναπαράγουμε το βλέμμα της webcam και της καθημερινής ψηφιακής επαφής.
Παράλληλα, υπήρχε και αυτό που στο σετ αποκαλούσαμε “main camera” – δηλαδή το πιο αντικειμενικό βλέμμα, αυτό που “φωτογραφίζει” την πραγματικότητα.
Σε κάποιες περιπτώσεις ήταν μια RED, σε άλλες μια Sony FX3, η οποία επιλέχθηκε για την ευκολία στη μεταφορά – ιδιαίτερα σε πιο δύσκολες τοποθεσίες, όπως στη Νότια Κορέα.
Η οπτική μας προσέγγιση στόχευε να δημιουργήσει ένα αίσθημα πανταχού παρόντος, αυτοματοποιημένου βλέμματος, που δεν εξαρτάται από το ποιος κοιτά ή ποιος παρατηρείται, αλλά διαλύει αυτά τα όρια. Ένα βλέμμα που ανήκει στις πόλεις, στους εσωτερικούς χώρους, στη ζωή μας που είναι ταυτόχρονα υπερσυνδεδεμένη και απομονωμένη.
Λίγα λόγια για τους άμεσους συνεργάτες σου: 1ος, 2ος AC, Gaffer, Grip
Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων στη Βενετία είχαμε την ευκαιρία να δουλέψουμε με μια πιο πλήρη ομάδα: υπήρχε grip, πρώτος και δεύτερος βοηθός κάμερας.
Αυτή η σύνθεση μας επέτρεψε να λειτουργήσουμε με μεγαλύτερη ταχύτητα και συντονισμό, ειδικά σε τεχνικά πιο απαιτητικές συνθήκες.
Στις υπόλοιπες μετακινήσεις – όπως συμβαίνει συχνά στα ντοκιμαντέρ – ήμασταν μια μικρή και ευέλικτη ομάδα: σκηνοθέτρια, ηχολήπτης, διευθυντής φωτογραφίας και ένας βοηθός.
Παρόλο που το σχήμα ήταν πιο περιορισμένο, υπήρχε μεγάλη συνοχή και προσαρμοστικότητα, κάτι που μας βοήθησε να κινούμαστε εύκολα και να ανταποκρινόμαστε στις ανάγκες κάθε τόπου.
Ο πρώτος βοηθός κάμερας είχε βασικό ρόλο στη διαχείριση των δευτερευόντων συστημάτων λήψης: GoPro, κάμερα 360°, iPhone. Ήταν υπεύθυνος για τον έλεγχο των εγγραφών και τη σωστή τεχνική λειτουργία όλων αυτών των συσκευών. Εγώ και η σκηνοθέτρια αναλαμβάνα με την “main camera”, εστιάζοντας στο βασικό οπτικό κομμάτι της αφήγησης.
Με ποιόν colorist συνεργάστηκες και πώς βρήκες αυτή τη συνεργασία;
Συνεργάστηκα με τον Mauro Vicentini, έναν Ιταλό colorist με τον οποίο δουλεύω συχνά και με μεγάλη ευχαρίστηση. Σε αυτή την περίπτωση, η πιο ενδιαφέρουσα πρόκληση στη διόρθωση χρώματος ήταν η επεξεργασία εικόνων από διαφορετικές συσκευές – από την RED μέχρι την κάμερα 360°, τα smartphones και τις webcams – με στόχο να αποδοθεί μια ξεχωριστή οπτική ταυτότητα για κάθε τύπο κάμερας, διατηρώντας ταυτόχρονα μια ενιαία αισθητική γραμμή.
Η επεξεργασία του χρώματος έγινε στα εργαστήρια της Cinecittà, έναν χώρο που γνωρίζουμε καλά και που μας επέτρεψε να δουλέψουμε με ακρίβεια αλλά και ελευθερία στην καλλιτεχνική προσέγγιση.
Κάτι που σου έλειψε και θα το ήθελες πολύ σε αυτή την ταινία.
Ίσως αυτό που μου έλειψε περισσότερο ήταν ο χρόνος – η δυνατότητα να μείνουμε λίγο παραπάνω σε κάποιες τοποθεσίες, ώστε να απορροφήσουμε καλύτερα την ατμόσφαιρα και να μας εκπλήξει αυτό που συνέβαινε γύρω μας.
Στο ντοκιμαντέρ ο χρόνος είναι συχνά πολυτέλεια, αλλά μπορεί να κάνει τη διαφορά στο να εντοπίσεις αποχρώσεις που δεν φαίνονται με την
πρώτη ματιά.
Θα μου άρεσε επίσης να έχουμε μια πιο πλήρη ομάδα καθ’ όλη τη διάρκεια του πρότζεκτ, όπως συνέβη στη Βενετία. Η σταθερότητα της ομάδας βοηθάει πολύ στη ροή της δουλειάς και στη διαμόρφωση μιας κοινής οπτικής.
Τεχνικά χαρακτηριστικά
Camera: Red Komodo, Sony FX3, 360 Camera, iPhone 5, Go-Pro
Φακοί: Zeiss T2.1, Sony Lenses.
Aspect Ratio: 16:9
Σύνοψη
Οι καθημερινές ψηφιακές συσκευές δεν είναι πλέον απλά εργαλεία- έχουν γίνει πύλες σε μια νέα πολυεπίπεδη πραγματικότητα, ένα εκθετικά αυξανόμενο επαυξημένο σύμπαν που βιώνουμε σε μεγάλο βαθμό χωρίς φυσική σύνδεση. Ως ανθρώπινα όντα από σάρκα, περνάμε πλέον το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου μας σε ένα ψηφιακό τοπίο, αναζητώντας ευτυχία, πλούτο, σχέσεις, γνώση και εμπειρίες. Από τι είναι φτιαγμένη η σημερινή πραγματικότητα;
Director Adele Tulli
Cinematography Francesca Zonars
Editing Ilaria Fraioli, Adele Tulli
Art director Mauro Vicentini
Screenplay Adele Tulli
Producer Agostino Saccà
Valeria Adilardi
Laura Romano
Production Company Pepito Produzioni
FilmAffair
RAI Cinema
Luce Cinecittà
Country ITALY
Running Time 83 min.