του Robert Hardy
Πηγή: No Film School
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, το Όσκαρ για το καλύτερο επίτευγμα στη διεύθυνση φωτογραφίας έχει απονεμηθεί τρεις φορές σε ταινίες φορτωμένες με εικόνες που έχουν φτιαχτεί σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Το 2009, το Avatarπήρε το πρώτο βραβείο διεύθυνσης φωτογραφίας, ακολουθούμενο από το Hugo και το LifeofPi το 2011 και το 2012, αντίστοιχα. Οι ταινίες αυτές, αν και οπτικά εξαιρετικές από κάθε άποψη, δεν συμβαδίζουν απαραίτητα με τον παραδοσιακό ορισμό της διεύθυνσης φωτογραφίας, μιας και στις περισσότερες σκηνές ο φωτισμός, η σύνθεση και οι κινήσεις της κάμερας έχουν δημιουργηθεί ψηφιακά από μία ομάδα συνθετών. Αυτό δε μπορεί παρά να μας κάνει να αναρωτηθούμε: θα πρέπει να υπάρχει ένας διαχωρισμός μεταξύ των παραδοσιακά γυρισμένων ταινιών και των ψηφιακών; Ή μήπως ο τρόπος με τον οποίο μέχρι τώρα ορίζαμε τη διεύθυνση φωτογραφίας έχει πλέον αλλάξει με την επικράτηση της ψηφιακής τεχνολογίας;
Σίγουρα, υπάρχουν δύο διαφορετικές πλευρές σ’ αυτή την ερώτηση. Υπό μία έννοια, είναι ένα καθαρά τεχνικό ζήτημα. Ταινίες όπως το Gravity και το Ain’tThemBodiesSaints δημιουργήθηκαν με δύο εντελώς διαφορετικούς τρόπους, κι έτσι θα ήταν ανόητο να κρίνει κανείς τις εικόνες τους με τα ίδια κριτήρια. Από την άλλη μεριά, ωστόσο, κάποιος μπορεί να υποστηρίξει ότι η μέθοδος και η τεχνολογία δεν έχουν και τόσο μεγάλη σημασία από τη στιγμή που οι εικόνες έχουν την ίδια επίδραση στο κοινό. Ας εξετάσουμε όμως λίγο καλύτερα τις δύο αυτές πλευρές της εν λόγω συζήτησης, η οποία απασχολεί εδώ και περίπου μία δεκαετία τον χώρο του κινηματογράφου.
Είναι ένα καθαρά τεχνικό ζήτημα
Στον σύγχρονο κινηματογράφο υπάρχουν δύο βασικές μέθοδοι οι οποίες διαπερνούν ολόκληρο το κινηματογραφικό τοπίο. Η πρώτη, και πιο κοινή (ειδικά στις ανεξάρτητες ταινίες), είναι εκείνη με την οποία οι εικόνες δημιουργούνται σ’ ένα φυσικό περιβάλλον, όπως ένα στούντιο ή μια τοποθεσία. Αυτή η μέθοδος είναι εκείνη για την οποία μιλάμε συχνά εδώ στο NoFilmSchool, καθώς βασίζεται εξ ολοκλήρου στη σύνθεση, στη φυσική κίνηση της κάμερας και στον φωτισμό με φυσικά τεχνικά εξαρτήματα. Η ικανότητα και αρμοδιότητα να δημιουργεί κανείς σημαίνουσες εικόνες κατ’ αυτό τον τρόπο δεν είναι μόνο ο παραδοσιακός ορισμός και η μέθοδος της διεύθυνσης φωτογραφίας, αλλά είναι επιπλέον μία μοναδική τεχνική (και καλλιτεχνική) ικανότητα που απαιτεί βαθιά γνώση πολλών διαφορετικών τεχνολογικών ειδών και διαδικασιών.
Ως παράδειγμα αυτού του πρώτου τύπου διεύθυνσης φωτογραφίας, ακολουθεί το trailer της ταινίας Ain’tThemBodiesSaints, που γυρίστηκε πρακτικά (και με αρκετή δεξιοτεχνία) από τον BradfordYoung με φιλμ.
https://www.youtube.com/watch?v=ga0c0v-stK0
Η άλλη μέθοδος του σύγχρονου κινηματογράφου είναι εκείνη κατά την οποία οι εικόνες δημιουργούνται ψηφιακά μέσω της σύνθεσης διαφορετικών στοιχείων και υλικού με σκοπό τη δημιουργία της τελικής εικόνας. Στη συγκεκριμένη μέθοδο συχνά χρησιμοποιείται η τεχνική του αποκλεισμού του πράσινου ή μπλε χρώματος που χρησιμοποιείται για τη βάση της εικόνας (κάτι που είναι μια τεράστια τεχνική ικανότητα από μόνη της). Αν και οι χαρακτήρες φωτίζονται και πλαισιώνονται από τον διευθυντή φωτογραφίας στα γυρίσματα, οι αποφάσεις του συχνά δεν αναγνωρίζονται όταν η ομάδα των ειδικών εφέ τελειώσει με το υλικό. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, το μεγαλύτερο μέρος του φωτισμού και της σύνθεσης συμβαίνει ουσιαστικά μέσα σ’ έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Εξαιρετικό παράδειγμα αυτού του τύπου κινηματογράφου είναι η ταινία Gravity:
https://www.youtube.com/watch?v=OiTiKOy59o4
Τόσο το Gravity όσο και το Ain’tThemBodiesSaints είναι εξαιρετικά γοητευτικές ταινίες, αλλά οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν για να αιχμαλωτίσουν και να χειριστούν την εικόνα είναι τόσο διαφορετικές που είναι σχεδόν γελοίο να τις αξιολογήσουμε με τα ίδια κριτήρια. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι τεράστιες διαφορές στην κινηματογραφική μέθοδο απαιτούν η Ακαδημία (αλλά και τα υπόλοιπα κινηματογραφικά ιδρύματα) να δημιουργήσει δύο ξεχωριστά βραβεία διεύθυνσης φωτογραφίας. Για τις ανάγκες αυτού του άρθρου, θα ονομάσουμε τα βραβεία αυτά ‘Βραβείο Παραδοσιακής Διεύθυνσης Φωτογραφίας’ και ‘Βραβείο Ψηφιακής Διεύθυνσης Φωτογραφίας’.
Φυσικά, στον σύγχρονο κινηματογράφο, οι περισσότερες ταινίες βρίσκονται κάπου στη μέση αυτών των δύο ακραίων παραδειγμάτων. Ακόμα και σε ταινίες που γυρίζονται πρακτικά υπάρχουν διάσπαρτα εξαιρετικά διακριτικά ψηφιακά εφέ. Αντίστοιχα, ταινίες που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην ψηφιακή σύνθεση, διαθέτουν συχνά σκηνές που είναι γυρισμένες πρακτικά και με ελάχιστα ψηφιακά εφέ. Προκειμένου η παραδοσιακή και η εικονική διεύθυνση φωτογραφίας να υπάρχουν ανεξάρτητα η μία από την άλλη, θα πρέπει να μπει ένα όριο μεταξύ τους. Που ακριβώς όμως θα μπει αυτό το όριο, είναι ένα ερώτημα που θα συζητήσουμε μια άλλη μέρα.
Παίζει ρόλο η μέθοδος;
Την περίοδο που το Gravity βγήκε στους κινηματογράφους, μιλήσαμε εκτενώς για το ρόλο που έπαιξε ο διάσημος κινηματογραφιστής EmmanuelLubezki στη δημιουργία των εξαιρετικών εικόνων της ταινίας. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Lubezki ήταν παρών σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, και ήταν σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνος για όλο τον ψηφιακό φωτισμό και τη σύνθεση. Αν και είχε ‘αιχμαλωτίσει’ τους χαρακτήρες και είχε δημιουργήσει τις εκπληκτικές κινήσεις της κάμερας στα γυρίσματα της ταινίας, παρέμεινε παρών σε ολόκληρη τη διαδικασία του post-production όπου ‘μπήκαν’ τα ψηφιακά εφέ και έγινε η σύνθεση, ώστε να είναι σίγουρος ότι οι τελικές εικόνες θα διατηρούσαν το μοναδικό του κινηματογραφικό άγγιγμα.
Το γεγονός αυτό μας γεννά ένα ακόμα ερώτημα. Παίζει όντως κάποιον ρόλο η μέθοδος αν τα τελικά αποτελέσματα χρησιμοποιούνται για να επηρεάσουν το κοινό με τον ίδιο τρόπο που θα το έκανε η παραδοσιακή διεύθυνση φωτογραφίας; Ανεξάρτητα από το αν η εικόνα δημιουργείται σε κάποια τοποθεσία, σε στούντιο ή στον υπολογιστή, η διεύθυνση φωτογραφίας χρησιμοποιείται για τον ίδιο σκοπό: να προωθήσει την ιστορία και να αποδώσει/εντείνει τη συναισθηματικότητα των χαρακτήρων στην ταινία. Ακόμα και στον υπολογιστή, οι βασικές έννοιες παραμένουν οι ίδιες. Έχεις την κάμερα και το φως, και είναι ο χειρισμός αυτών των δύο στοιχείων που δημιουργεί τη διεύθυνση φωτογραφίας, όχι η μέθοδος του χειρισμού τους.
Παρακάτω είναι δύο παραδείγματα ταινιών western, οι οποίες γυρίστηκαν με αυτές τις διαφορετικές μεθόδους. Ηπρώτη, The Assassination of Jesse James by the Coward Robert Ford, γυρίστηκεπρακτικάαπότον Roger Deakins. Η δεύτερη είναι το TheLoneRanger, και γυρίστηκε από τον BojanBazelli.
https://www.youtube.com/watch?v=-FsN_utDELE
https://www.youtube.com/watch?v=9Zv9fgSrP-0
Είναι, φυσικά, σαν να συγκρίνουμε μήλα με τηγανιτές πατάτες, καθώς αυτές οι δύο ταινίες δε θα μπορούσαν να είναι πιο διαφορετικές. Η μία είναι ένα διακριτικό δράμα χαρακτήρων, ενώ η άλλη είναι μια ακριβού προϋπολογισμού ένεση αδρεναλίνης. Ωστόσο, σε όρους διεύθυνσης φωτογραφίας, μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι οι αισθητικές αυτών των δύο ταινιών, αν και δημιουργήθηκαν με εντελώς διαφορετικές μεθόδους, ανταποκρίνονται στον βασικό σκοπό της συγκεκριμένης τέχνης, δεδομένου ότι προωθούν την ιστορία και μας λένε για τους χαρακτήρες.
Προσωπικά, πιστεύω ότι η μέθοδος παίζει ρόλο και ότι χρειάζεται να δημιουργήσουμε έναν διαχωρισμό μεταξύ παραδοσιακής και ψηφιακής διεύθυνσης φωτογραφίας. Ωστόσο, το επιχείρημα ότι η τεχνολογία απλώς αλλάζει τον ορισμό της διεύθυνσης φωτογραφίας κι ότι οι βασικές αρχές της παραμένουν άθικτες είναι αρκετά δυνατό. Για περισσότερα πάνω στο εν λόγω ζήτημα, αλλά και για το θέμα της ψηφιακής διανομής, μπορείτε να διαβάσετε το φανταστικό άρθρο του JamieStuart στο Indiewire: https://www.indiewire.com/article/hey-academy-heres-why-the-best-cinematography-oscar-should-be-divided-into-two-awards
Εσείς τι νομίζετε; Θα πρέπει να διαχωρίσουμε τις παραδοσιακά κατασκευασμένες εικόνες από τις ψηφιακές; Ή μήπως αυτός ο διαχωρισμός είναι απλώς μια σχολαστικότητα δεδομένου ότι το τελικό αποτέλεσμα είναι το ίδιο; Πείτε μας τη γνώμη σας!
Μετάφρασή: Μυρτώ Σκαρίπα-Κουκέλλη